Όλοι έχουμε δει εκείνους τους νεαρούς, φωτογενείς ανθρώπους,που προωθούν μόδα, φαγητά ή υπηρεσίες στους πολλούς ακουλούθους τους στο TikTok και στο Instagram. Αλλά πλέον έχει εμφανιστεί, μια νέα φυλή, οι «deinfluencers» που λένε, ότι ο υλισμός και οι υπερτιμημένες τάσεις δεν είναι πλέον της μόδας. Καθώς οι καταναλωτές προσέχουν τις δαπάνες τους σε αυτούς τους πληθωριστικούς καιρούς, αυτή η αναδυόμενη ομάδα χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, παροτρύνει τους ανθρώπους να αξιολογήσουν, εάν πραγματικά για παράδειγμα, χρειάζονται αυτή τη κουβέρτα των 200€ . Η «αντίσταση» στις επιρροές και η αντίδραση ενάντια στην υπερκατανάλωση αντικατοπτρίζουν μια αυξανόμενη τάση προς τον μινιμαλισμό.
Τα μηνύματα των deinfluencers
Τα μηνύματά τους είναι απλά και ξεκάθαρα: Κάποια προϊόντα είναι υπερδιαφημισμένα. Δεν τα χρειάζεστε πραγματικά. Είναι μια αναδυόμενη τάση, που αποθαρρύνει τους καταναλωτές από το να αγοράσουν ορισμένα προϊόντα τα οποία θεωρούν, ότι είναι επιεικώς, αναποτελεσματικά ή δεν αξίζουν τα χρήματα τους, λέει ο Kris Ruby, αναλυτής κοινωνικών μέσων και πρόεδρος του Ruby Media Group. Μιλούν επίσης για τη βιωσιμότητα και το κόστος των απορριμμάτων, που σχετίζονται με συγκεκριμένες βιομηχανίες, όπως η ομορφιά και η μόδα.
Οι deinfluencers αυξάνονται σε δημοτικότητα. Στο TikTok, για παράδειγμα, 584 εκατομμύρια προβολές για το hashtag #deinfluencing, σημειώθηκαν τους τελευταίους 12 μήνες. Το Deinfluencing έρχεται σε μία περίοδο, που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν γίνει ζωτικής σημασίας για το μάρκετινγκ προϊόντων και υπηρεσιών – ειδικά για τους νεότερους καταναλωτές. Έρευνα έδειξε, ότι το 87% των ερωτηθέντων ακολούθησαν μια επωνυμία, επισκέφτηκαν τον ιστότοπό της ή έκαναν μια αγορά στο διαδίκτυο, αφού είδαν ένα προϊόν να διαφημίζεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Είναι και το Deinfluencing μία μορφή επιρροής;
Αντί να αγοράζουν πολλά «απαραίτητα», που διαφημίζονται από κάποιους influencers, η νέα τάση παροτρύνει τους καταναλωτές να αξιολογήσουν εάν χρειάζονται ένα αντικείμενο προτού ξοδέψουν χρήματα σε αυτό. Ωστόσο «Οι deinfluencers αντί να λένε αγοράστε αυτό, λένε – μην το αγοράζετε. Και οι δύο είναι μορφές επιρροής. Δεν διαφέρει από το να λέμε, «Ψηφίστε αυτόν τον υποψήφιο», έναντι «Να γιατί δεν πρέπει να ψηφίσετε αυτόν τον υποψήφιο», λέει ο Ruby.
Ορισμένοι επίσης ισχυρίζονται, ότι κάποιοι deinfluencers ενδιαφέρονται περισσότερο να κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται άσχημα, που ξοδεύουν τα χρήματά τους με τρόπο, που δεν ευθυγραμμίζεται με τις αξίες της νέας τάσης και άλλοι απλώς προσπαθούν να πείσουν τους ανθρώπους να αγοράσουν κάποιο άλλο προϊόν. Επίσης δεν είναι σαφές, εάν κάποιοι deinfluencers πληρώνονται από αντίπαλες μάρκες για να «υποτιμούν» κάποια προϊόντα.
Εκείνοι όμως, που λένε στους followers, τι να αποφύγουν μπορεί να έχουν μεγαλύτερη αξιοπιστία από τους αυτούς, που τους υποδεικνύουν τι να αγοράσουν. Οι deinfluencers κατά κάποιο δημιουργούν περισσότερη εμπιστοσύνη στους οπαδούς τους, επειδή οι συμβουλές τους ακούγονται πιο ειλικρινείς.
Συμπερασματικά, οι deinfluencers μπορεί τελικά να φέρουν την απαραίτητη ισορροπία στις κοινωνικές πλατφόρμες, που ενθαρρύνουν την υπερκατανάλωση και έχουν κατηγορηθεί για πολλά, ακόμα και για την αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας μεταξύ των εφήβων. Το κλειδί για τον καταναλωτή είναι, να μην εμπιστεύεται τυφλά και να μην παρασύρεται από όλα όσα βλέπει στο TikTok, στο YouTube ή στο Instagram. Με αυτόν τον τρόπο, δεν χρειάζονται καν deinfluencing.
Πηγή: edition.cnn.com