Με τα χρόνια, πρόσθετα όπως το αλάτι ή το αλκοόλ έχουν αντικατασταθεί από πιο ιδιαίτερα συστατικά, που διατηρούν τα τρόφιμα φρέσκα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, εμποδίζοντας ουσιαστικά τα βακτήρια και τη μούχλα να εξαπλωθούν εύκολα, αλλοιώνοντας τα τρόφιμα. Ωστόσο, υπάρχει ένας αυξανόμενος αριθμός πρόσφατων ερευνών, που υποδηλώνουν, ότι οι τρόποι με τους οποίους μεταχειριζόμαστε και επεξεργαζόμαστε το φαγητό μας δεν κάνουν καλό στην υγεία μας.
Ένα κοινό συντηρητικό τροφίμων βλάπτει το στομάχι μας
Ένα κοινό συντηρητικό, που χρησιμοποιείται σε προϊόντα διατροφής, από μπύρα μέχρι λουκάνικα και τυρί, έχει τη δυνατότητα να αλληλεπιδράσει με το μικροβίωμα του ανθρώπινου εντέρου με απροσδόκητους και ίσως επιζήμιους τρόπους, σύμφωνα με μια νέα μελέτη. Αυτό το συντηρητικό είναι η νισίνη, που είναι στην ουσία ένα αντιβιοτικό το οποίο προστίθεται στα τρόφιμα μας εδώ και χρόνια. Αλλά, το πώς μπορεί να επηρεάσει τα μικρόβια του εντέρου μας δεν έχει μελετηθεί αρκετά. Ανήκοντας σε μια κατηγορία συντηρητικών που ονομάζονται λαντιβιοτικά, η νισίνη είναι μια πρωτεΐνη, που περιέχει ασυνήθιστα αμινοξέα τα οποία επηρεάζουν τη μικροβιακή λειτουργία.
Οι επιπτώσεις στο μικροβίωμα του εντέρου
Ο μικροβιολόγος Zhenrun Zhang, εξέτασαν έξι ουσίες από την ίδια οικογένεια με τη νισίνη και τις επιπτώσεις τους τόσο στα ωφέλιμα όσο και στα επιβλαβή βακτήρια του εντέρου. Κάθε ουσία παρήγαγε διαφορετικά αποτελέσματα, αλλά παρατηρήθηκε, ότι όλες επηρεάζουν τόσο τα επικίνδυνα βακτήρια (παθογόνα) όσο και τα μικρόβια που βοηθούν στη διατήρηση ενός υγιούς εντέρου (commensal βακτήρια). Αυτή η μελέτη είναι από τις πρώτες που έδειξε, ότι κάποια συντηρητικά τροφίμων είναι επιβλαβή για το στομάχι μας, γιατί έχουν τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν σε ένα υγιές μικροβίωμα του εντέρου με τρόπους που ίσως δεν είχαμε προβλέψει.
Λάβετε υπόψη, ότι τα λαντιβιοτικά, όπως η νισίνη παράγονται επίσης φυσικά από το ανθρώπινο έντερο, αλλά το κατά πόσον οι αυξημένες ποσότητες, που παρέχονται από τα επεξεργασμένα τρόφιμα προκαλούν έμμεσα βλάβη παραμένει να ερευνηθεί.
Πηγή: www.sciencealert.com