Για αιώνες, το μέγεθος του πέους ενός άνδρα υπήρξε πηγή γοητείας, υπερηφάνειας, αλλά και ανασφάλειας. Από τις συγκρίσεις των αποδυτηρίων, μέχρι τα διαδικτυακά άρθρα, που είναι αφιερωμένα στις συζητήσεις για το μέγεθος του πέους, οι άνδρες έχουν από καιρό εμμονή με τη μέτρηση των δικών τους γεννητικών οργάνων. Αλλά πόσο ακριβείς είναι αυτές οι μετρήσεις; Σε μια πρωτοποριακή νέα μελέτη, οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι οι άνδρες μπορεί να μην είναι οι πιο αξιόπιστες πηγές, όταν πρόκειται για τη μέτρηση του πέους τους. Πάμε να ρίξουμε μια ματιά στη διαδικασία της μελέτης, τα αποτελέσματά της, καθώς και τις δηλώσεις των ερευνητών.
Η διεξαγωγή της έρευνας σχετικά με το μέτρηση του ανδρικού μορίου
Για τη διεξαγωγή της έρευνας, μια ομάδα από το Νορβηγικό Πανεπιστήμιο του Agder και το Σουηδικό Πανεπιστήμιο Γεωργικών Επιστημών, ζήτησε από τους άνδρες να αναφέρουν το μέγεθος του πέους τους, το ύψος τους και το πόσο αθλητικοί είναι, σε σύγκριση με το μέσο όρο του πληθυσμού. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, ανάλογα με το ποσό που πληρώθηκαν για να λάβουν μέρος στο πείραμα.
Τα αποτελέσματα
«Η πιο ακραία απόκλιση που καταγράφηκε, αφορά στο μέγεθος του πέους σε στύση, στο οποίο το αυτοαναφερόμενο μέγεθος των συμμετεχόντων (18,02 cm), ήταν κατά 21,1% μεγαλύτερο από τον δηλωμένο μέσο όρο της Δανίας (14,88 cm)», δήλωσαν οι ερευνητές. Και οι δύο ομάδες ανέφεραν ότι το μέγεθος του πέους τους ήταν δραματικά πάνω από το μέσο όρο. Ωστόσο, διαπιστώθηκε πως εκείνοι που αμείφθηκαν περισσότερο, υπερέβαλαν λιγότερο στις μετρήσεις τους, γεγονός που υποδηλώνει ότι η καλύτερη πληρωμή των συμμετεχόντων θα μπορούσε να αυξήσει την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων. «Η ομάδα που έλαβε τη μικρότερη χρηματική ανταμοιβή ανέφερε μεγαλύτερο μέγεθος πέους σε στύση, από την ομάδα που έλαβε μεγαλύτερη χρηματική ανταμοιβή», συμπλήρωσαν.
Οι δηλώσεις των ερευνητών
«Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι, όταν ενδιαφερόμαστε για σωματικές μεταβλητές, σημαντικές για την εικόνα και την ταυτότητα των ανδρών, δεν πρέπει να ακολουθείται η διαδικασία της αυτομέτρησης. Ειδικά αν αφορούν ιδιωτικά σωματικά μέτρα, που συνδέονται με την αρρενωπότητα», δήλωσε η ομάδα. «Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι τα ιδιωτικά δεδομένα που σχετίζονται με σωματικές ενδείξεις αρρενωπότητας, μπορούν να συλλεχθούν αξιόπιστα μόνο στο εργαστήριο, όπου οι συνθήκες μπορούν να ελεγχθούν πλήρως», κατέληξε.
Πηγή: Indy 100