Όταν ο Εμφύλιος Πόλεμος έφτασε στο έδαφος του Τέξας, πολλοί λευκοί Τεξανοί πήραν τα όπλα για να πολεμήσουν μαζί με τους αδελφούς τους στην Ανατολή.
Ενώ οι κτηνοτρόφοι του Τέξας έλειπαν στον πόλεμο, ήταν εξαρτημένοι από τους σκλάβους τους, για να διατηρήσουν τη γη και τα κοπάδια βοοειδών τους. Με αυτόν τον τρόπο, οι σκλάβοι ανέπτυξαν τις δεξιότητες της φροντίδας των βοοειδών, τα οποία θα γίνονταν ανεκτίμητα για τη βιομηχανία βοοειδών του Τέξας στη μεταπολεμική εποχή .
Αλλά ο συνδυασμός έλλειψης αποτελεσματικού περιορισμού – το συρματόπλεγμα δεν είχε εφευρεθεί ακόμη – και πολύ λίγα εργατικά χέρια, μεγάλος αριθμός βοοειδών το έσκασε. Οι κτηνοτρόφοι που επέστρεφαν από τον πόλεμο ανακάλυψαν, ότι τα κοπάδια τους είχαν χαθεί ή ήταν εκτός ελέγχου. Προσπάθησαν να μαζέψουν τα βοοειδή και να ξαναφτιάξουν τα κοπάδια τους με τη βοήθεια των σκλάβων.
Οι πρώτοι ελεύθεροι αμειβόμενοι Αφροαμερικανοί αγελαδοτρόφοι
Τελικά η «Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας » τους άφησε χωρίς σκλάβους εργάτες από τους οποίους εξαρτώνταν τόσο πολύ. Απελπισμένοι για βοήθεια στη συγκέντρωση και φροντίδα των βοοειδών, οι κτηνοτρόφοι αναγκάστηκαν να προσλάβουν ελεύθερους πλέον, ειδικευμένους Αφροαμερικανούς ως αμειβόμενους αγελαδοτρόφους.
«Ακριβώς μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, το να είσαι καουμπόι ήταν μια από τις λίγες δουλειές που μπορουσαν να κάνουν οι έγχρωμοι άνδρες, που δεν ήθελαν να δουλεύουν ως χειριστές ανελκυστήρων ή ντελίβερι και άλλα παρόμοια επαγγέλματα», λέει ο William Loren Katz, μελετητής της αφροαμερικανικής ιστορίας. και συγγραφέας 40 βιβλίων για το θέμα, συμπεριλαμβανομένου του “The Black West”.
Οι ελεύθεροι πλέον μαύροι, που ήταν ειδικευμένοι στην βοσκή βοοειδών έγιναν ακόμα πιο περιζήτητοι, όταν οι κτηνοτρόφοι άρχισαν να πωλούν τα ζώα τους στις βόρειες πολιτείες, όπου το βόειο κρέας ήταν σχεδόν δέκα φορές πιο ακριβό από ό,τι στο Τέξας που είχε πλέον πλημμυρίσει από τα βοοειδή.
Η έλλειψη σιδηροδρομικών υποδομών σήμαινε, ότι τεράστια κοπάδια βοοειδών έπρεπε να μεταφερθούν οδικώς στο Κάνσας, το Κολοράντο και το Μιζούρι.
Συγκεντρώνοντας κοπάδια με άλογα, οι Αφροαμερικανοί καουμπόηδες διέσχισαν σχεδόν αδιάβατα μονοπάτια, κάτω από δύσκολες περιβαλλοντικές συνθήκες αλλά και αντιμετώπισαν επιθέσεις από ιθαγενείς Αμερικανούς που υπερασπίζονταν τα εδάφη τους.
Οι Αφροαμερικανοί καουμπόηδες αντιμετώπισαν διακρίσεις στις πόλεις από τις οποίες περνούσαν – τους απαγορεύτηκε να τρώνε σε ορισμένα εστιατόρια ή να μείνουν σε ορισμένα ξενοδοχεία, για παράδειγμα – αλλά σε γενικές γραμμές αντιμετωπίστηκαν με σεβασμό και ένα επίπεδο ισότητας άγνωστο σε άλλους Αφροαμερικανούς της εποχή.
Οι μαύροι καουμπόηδες στην mainstream ψυχαγωγία
Μία από τις λίγες αναπαραστάσεις των μαύρων καουμπόηδων στην mainstream ψυχαγωγία είναι ο φανταστικός Josh Deets, σε μια τηλεοπτική μίνι σειρά του 1989, βασισμένη στο βραβευμένο με Πούλιτζερ μυθιστόρημα του Larry McMurtry’s “Lonesome Dove”. Πρωταγωνιστής ήταν ο ηθοποιός Danny Glover ως Deets, ένας πρώην σκλάβος, που έγινε καουμπόη και δούλευε ως οδηγός σε βοοειδή από το Τέξας στη Μοντάνα. Ο χαρακτήρας του Deets εμπνεύστηκε από τον “Bose Ikard”, έναν Αφροαμερικανό καουμπόι που εργάστηκε στην για τους μεγαλοκτηνοτρόφους Charles Goodnight και Oliver Loving στα τέλη του 19ου αιώνα.
«Η Δύση ήταν ένας τεράστιος ανοιχτός χώρος και ένα επικίνδυνο μέρος», λέει ο Katz. «Οι καουμπόηδες έπρεπε να εξαρτώνται ο ένας από τον άλλο. Δεν μπορούσαν να σταματήσουν στη μέση μιας κρίσης, ή μιας επίθεσης για να ξεχωρίσουν ποιος είναι μαύρος και ποιος λευκός. Οι μαύροι λειτουργούσαν «σε επίπεδο ισότητας με τους λευκούς καουμπόηδες», λέει.
Οι μεταφορές βοοειδών τελείωσαν στις αρχές του αιώνα. Οι σιδηρόδρομοι έγιναν πιο σημαντικός τρόπος μεταφοράς στη Δύση, εφευρέθηκε το συρματόπλεγμα και οι ιθαγενείς της Αμερικής περιορίστηκαν, κάτι που μείωσε την ανάγκη για καουμπόηδες στα ράντζα. Αυτό άφησε πολλούς καουμπόηδες, ιδιαίτερα Αφροαμερικανούς που δεν μπορούσαν εύκολα να αγοράσουν γη, σε μια περιοδο ανεργίας και σκληρής μετάβασης.
Ο ίδιος ο Love έπεσε θύμα της μεταβαλλόμενης βιομηχανίας βοοειδών και άφησε τη ζωή του στα άγρια σύνορα για να γίνει αχθοφόρος για τον σιδηρόδρομο του Ντένβερ και του Ρίο Γκράντε. «Σε εμάς τους άγριους καουμπόηδες της περιοχής, που έχουμε συνηθίσει στην άγρια και απεριόριστη ζωή των απέραντων πεδιάδων, η νέα τάξη πραγμάτων δεν άρεσε», θυμάται. «Πολλοί από εμάς μετανιώσαμε, που εγκαταλείψαμε την άγρια ζωή για τις επιδιώξεις του πιο πολιτισμένου αδελφού μας».
Ο Nat Love στην αυτοβιογραφία, αναφέρεται με θαυμασμό στη συντροφικότητα των καουμπόηδων. «Ένα πιο γενναίο, πιο αληθινό σύνολο ανθρώπων δεν έζησε ποτέ πριν από αυτούς τους άγριους γιους των πεδιάδων, που το σπίτι τους ήταν στη σέλα και καναπές τους η μητέρα γη και είχαν για σκεπή τους τον ουρανό», έγραψε. «Ήταν πάντα έτοιμοι να μοιραστούν την κουβέρτα τους και την τελευταία τους τροφή με έναν λιγότερο τυχερό συνοδοιπόρο και πάντα βοηθούσαν ο ένας τον άλλον στις πολλές δύσκολες καταστάσεις που προέκυπταν συνεχώς στη ζωή ενός καουμπόη».
Αν και οι ευκαιρίες να γίνετε ένας εργαζόμενος καουμπόι ήταν σε παρακμή, το κοινό συνέχισε να το γοητεύει ο τρόπος ζωής του καουμπόη. Αυτό οδήγησε στη μεγάλη απήχηση των παραστάσεων των ροντέο της Άγριας Δύσης.
Η μακρά παράδοση Αφροαμερικανών καουμπόη-ροντέο
Ο Bill Pickett, γεννημένος το 1870 στο Τέξας από πρώην σκλάβους, έγινε ένας από τους πιο διάσημους σταρ του ροντέο. Απέκτησε διεθνή φήμη για τη μοναδική του μέθοδο να πιάνει αδέσποτες αγελάδες, την οποία εμπνεύστηκε και σχεδίασε, παρατηρώντας, πώς οι σκύλοι στο ράντσο έπιαναν περιπλανώμενα βοοειδή.
Παρουσίαζε το κόλπο του, που ονομάστηκε “bulldogging” για το κοινό σε όλο τον κόσμο, περιοδεύοντας με το διάσημο “101 Wild Ranch Show” των Miller Brothers.
40 χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Pickett έγινε ο πρώτος μαύρος καουμπόη, που τιμήθηκε από το Εθνικό Ροντέο «Hall of Fame» και οι αθλητές του ροντέο εξακολουθούν να αγωνίζονται σε μια εκδοχή της τεχνικής του μέχρι σήμερα. Και αυτή ήταν μόνο η αρχή μιας μακράς παράδοσης Αφροαμερικανών καουμπόη-ροντέο.
Ο Love, επίσης, συμμετείχε στα πρώτα ροντέο. Το 1876, κέρδισε το παρατσούκλι «Deadwood Dick» όταν κερδισε σε έναν διαγωνισμό λάσου, στον οποίο μάλιστα, έξι από τους διαγωνιζόμενους, συμπεριλαμβανομένου του Love, ήταν «έγχρωμοι καουμπόηδες».
Από εμβληματικός “Marlboro Man”, στην Προεδρική Φρουρά του John F. Kennedy
Ο εβδομήντα έξι ετών Cleo Hearn είναι επαγγελματίας καουμπόι από το 1959. Το 1970, έγινε ο πρώτος Αφροαμερικανός καουμπόι που κέρδισε σε διαγωνισμό λάσου σε μεγάλο ροντέο. Ήταν επίσης ο πρώτος Αφροαμερικανός, που φοίτησε στο κολέγιο με υποτροφία από ροντέο. Έπαιξε έναν καουμπόη σε διαφημίσεις για τις Ford, Pepsi-Cola και Levi’s και ήταν ο πρώτος Αφροαμερικανός που υποδύθηκε τον εμβληματικό “Marlboro Man”.
Αλλά το να είσαι μαύρος καουμπόι δεν ήταν πάντα εύκολο – θυμάται ότι του απαγόρευσαν να μπει σε ένα ροντέο στη γενέτειρά του, Σεμινόλε της Οκλαχόμα, όταν ήταν 16 ετών λόγω του χρώματος του. Αλλά ο Cleo Hearn δεν άφησε τις διακρίσεις να τον εμποδίσουν να κάνει αυτό που αγαπούσε.
Ακόμη και όταν επιλέχτηκε στην Προεδρική Τιμητική Φρουρά του Τζον Φ. Κένεντι, συνέχισε να ασχολείται με το λάσο και να εμφανίζεται σε ένα ροντέο στο Νιου Τζέρσεϊ. Μετά την αποφοίτησή του με πτυχίο στις επιχειρήσεις από το Πανεπιστήμιο Λάνγκστον, προσλήφθηκε για να εργαστεί στη Ford Motor Company στο Ντάλας, όπου παράλληλα συνέχισε να αγωνίζεται σε ροντέο στον ελεύθερο χρόνο του.
Το 1971, ο Hearn δημιούργησε ροντέο για Αφροαμερικανούς καουμπόηδες. Σήμερα, το «Cowboys of Color Rodeo”φιλοξενεί καουμπόηδες και καουμπόισσες από διαφορετικά φυλετικά υπόβαθρα. Το “touring rodeo” περιλαμβάνει πάνω από 200 αθλητές που διαγωνίζονται σε πολλά διαφορετικά ροντέο κατά τη διάρκεια του έτους, συμπεριλαμβανομένων των γνωστών “Fort Worth Stock Show και Rodeo”.
«Αφήστε μας να σας εκπαιδεύσουμε ενώ σας διασκεδάζουμε»
Αν και ο Hearn στοχεύει να εκπαιδεύσει νεαρούς καουμπόηδες και καουμπόισσες για να μπουν στην επαγγελματική βιομηχανία του ροντέο, οι στόχοι του ροντέο είναι διπλοί. «Το θέμα του Cowboys of Color είναι: αφήστε μας να σας εκπαιδεύσουμε ενώ σας διασκεδάζουμε», εξηγεί. «Επιτρέψτε μας να σας πούμε τα υπέροχα πράγματα που έκαναν οι μαύροι, οι ισπανόφωνοι και οι Ινδοί για την εγκατάσταση της Δύσης και που τα έχουν αφήσει έξω τα βιβλία της ιστορίας».
Επίλογος
Αν και ο εκσυγχρονισμός οδήγησαν τελικά τον Love και άλλους καουμπόηδες μακριά από τη ζωή που αγαπούσαν, εξακολουθούν να θυμούνται την εποχή εκείνη με αγάπη. Έγραψε ο Love χαρακτηριστικά: ότι «θα νιώθω πάντα ένα συναίσθημα αγάπης και νοσταλγίας για τις παλιές μέρες, τις συναρπαστικές περιπέτειες, τα καλά άλογα, τους καλούς και τους κακούς άντρες, τις μεγάλες ριψοκίνδυνες διαδρομές, τις μάχες με τους Ινδιάνους και κυρίως για τους φίλους που έχω κάνει και όσα έχω κερδίσει από αυτούς».
Οι αφροαμερικανοί καουμπόηδες μπορεί να υποεκπροσωπούνται ακόμα στις δημοφιλείς δυτικές αφηγήσεις, αλλά το έργο μελετητών όπως ο Katz και ο Hardaway και καουμπόηδων όπως ο Hearn, κρατούν ζωντανές τις αναμνήσεις και την αναμφισβήτητη συνεισφορά των πρώτων αφροαμερικανών καουμπόηδων.
Πηγή: www.smithsonianmag.com