Η λαγάνα, ένα λεπτό, επίπεδο ψωμί, με ελάχιστη ψίχα, τραγανή κόρα και άρωμα ψημένου σουσαμιού, σηματοδοτεί την έναρξη της νηστείας της Σαρακοστής.
Ο άζυμος αυτός άρτος, καταναλώνεται στις μέρες μας την Καθαρά Δευτέρα. Παλαιότερα όμως, οι άνθρωποι το έτρωγαν πολύ συχνά. Ήταν «το ψωμί της καθημερινότητας των απλών ανθρώπων», όπως αναφέρει και ο Παπαδιαμάντης.
Η λαγάνα, έχει καθιερωθεί να καταναλώνεται την Καθαρά Δευτέρα, η ονομασία της οποίας προήλθε από τη συνήθεια, που είχαν οι νοικοκυρές το πρωί της ημέρας αυτής, να πλένουν με ζεστό νερό και στάχτη όλα τα μαγειρικά σκεύη. Ήταν μία «ημέρα κάθαρσης». Στη συνέχεια τα κρεμούσαν στη θέση τους, όπου και παρέμεναν μέχρι το τέλος της νηστείας.
Τη μέρα αυτή επίσης, συνήθιζαν να πηγαίνουν οικογενειακώς στην ύπαιθρο, για να απολαύσουν τη φύση αλλά και τα νηστίσιμα φαγητά όπως χαλβά, ελιές, ταραμά και φυσικά λαγάνα.
Ετυμολογία
Προέρχεται από το αρχαίο λάγανον, που θα πει χαλαρός – απ’ όπου και λαγαρός ή λάγνος – και ήταν μια πλατιά ζύμη από αλεύρι και νερό. Η ιστορία της όσο και η παράδοση που κουβαλά, επιβάλει την παρουσία της στο τραπέζι της Σαρακοστής.
Ποια είναι η ιστορία της λαγάνας και τι συμβολίζει;
Η ιστορία της λαγάνας ξεκινά από την αρχαιότητα και φτάνει και μέχρι σήμερα.
Ο Αριστοφάνης στις «Εκκλησιάζουσες» λέει “Λαγάνα πέττεται”. Δηλαδή, “Λαγάνες γίνονται”. Η λαγάνα που αναφέρει είναι άρτος με λάδι. Την συναντάμε και με την ονομασία πόπανα, ένας άρτος επίπεδος, που προσφερόταν ως θυσία στους θεούς και το αποκαλούσαν και λάγανα.
Ο Οράτιος επίσης στα κείμενά του, αναφέρει τη λαγάνα ως «Το γλύκισμα των φτωχών».
Η λαγάνα, παρασκευάζεται χωρίς προζύμι. Έναν τέτοιο πρόχειρα φτιαγμένο άρτο, χρησιμοποίησαν και οι Ισραηλίτες κατά τη νύχτα της Εξόδου τους από την Αίγυπτο υπό την αρχηγία του Μωυσή. Έκτοτε ο Μωσαϊκός Νόμος επέβαλε, να καταναλώνεται όλες τις ημέρες της νηστείας του Πάσχα. Αυτό διήρκεσε μέχρι που ο Χριστός στο τελευταίο του Πάσχα ευλόγησε τον ένζυμο άρτο.
Σε ορισμένες περιοχές, η λαγάνα έχει το σχήμα της «κυρα-Σαρακοστής», μιας ψηλής γυναίκας, που έχει ένα σταυρό στο κεφάλι. Φτιάχνεται από ζυμάρι, αλάτι, αλεύρι και νερό και δεν έχει στόμα για να μην μιλάει και να κουτσομπολεύει όλες τις μέρες τις νηστείας μέχρι το Πάσχα. Τα χέρια της είναι σταυρωμένα γιατί προσεύχεται και έχει επτά πόδια, που συμβολίζουν τις επτά εβδομάδες της νηστείας.
Το έθιμο της λαγάνας παρέμεινε αναλλοίωτο ανά τους αιώνες και συνεχίζει να κατασκευάζεται και να καταναλώνεται την Πρώτη Δευτέρα της Νηστείας της Σαρακοστής.
Πως φτιάχνεται η λαγάνα
Η παραδοσιακή συνταγή χρειάζεται μόνο αλεύρι, νερό, αλάτι, κάποια μυρωδικά, όπως γλυκάνισο για άρωμα και φυσικά, μπόλικο σουσάμι (λευκό και μαύρο) στην επιφάνειά της. Ωστόσο υπάρχουν και νέες, δημιουργικές εκδοχές της, που δεν υστερούν σε γεύση αλλά υστερούν σε παράδοση.
Στις μέρες μας, για να βρει κάποιος «πραγματική» λαγάνα και όχι κάτι, που να θυμίζει ψωμί πολυτελείας η κουλούρι Θεσσαλονίκης – και το οποίο μάλιστα θα ακριβοπληρώσει – πρέπει να το ψάξει λίγο παραπάνω ή να τη φτιάξει μόνος του.
Η λαγάνα είναι κομμάτι από το παρελθόν μας. Θα είναι απώλεια για τις επερχόμενες γενεές να ξεχαστούν οι παραδόσεις μας. Ας φροντίσουμε λοιπόν για τη διατήρηση του εθίμου, ώστε οι νέες γενεές να έχουν την ευκαιρία να μυρίσουν και να γευτούν τη Σαρακοστή και την παράδοση.