Αν αγαπάτε τον ήχο της δικής σας φωνής, είστε πολύ τυχερός άνθρωπος – έχετε ευλογηθεί είτε με μια εξαιρετική χροιά είτε με μία έντονη αυτοπεποίθηση.
Για τους υπόλοιπους από εμάς, η ακρόαση της δικής μας φωνής ενδεχομένως μοιάζει, αν όχι τρομακτική, σίγουρα ξένη. Στην επιστήμη της ψυχολογίας, το φαινόμενο αυτό ορίζεται ως «φωνητική αντιπαράθεση» και αποτελείται από μια σειρά επιστημονικών μελετών που δίνουν την απάντηση στο ερώτημα του γιατί δε μας αρέσει να ακούμε την ηχογραφημένη φωνή μας. Ας ρίξουμε μια ματιά, λοιπόν, σε αυτούς τους ακουστικούς και «ψυχοακουστικούς» λόγους.
Γιατί ακούμε τη φωνή μας διαφορετικά;
Οι ήχοι αντηχούν και ανακλούν σε αντικείμενα – αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα διαφορετικά περιβάλλοντα ακρόασης διαδραματίζουν κομβικό ρόλο.
Αν δεν βρισκόμαστε σε έναν ανηχοϊκό θάλαμο, δε θα ακούμε μόνο τον ήχο, αλλά και τις αντηχήσεις που ανακλούν στο χώρο μας. Το ίδιο συμβαίνει και με τη φωνή μας, καθώς ακούμε τον ήχο που προέρχεται από το στόμα μας, παράλληλα με τις αντηχήσεις του χώρου στον οποίο βρισκόμαστε.
Ωστόσο, αυτό που οι περισσότεροι δε γνωρίζουμε είναι ότι όταν μιλάμε, παράγουμε έναν ήχο που «ταξιδεύει» από τους πνεύμονές μας μέσω της κρανιακής κοιλότητας και των ιγμορείων μας, φτάνοντας τελικά στα αυτιά μας από το εσωτερικό του σώματός μας. Έτσι ο ήχος της φωνής μας ανακλά όχι μόνο με τα αντικείμενα που βρίσκονται στο περιβάλλον μας, αλλά και με το ίδιο το σώμα μας.
Μία ξένη φωνή
Εκτός όμως από το περιβάλλον και το σώμα μας υπάρχουν και ψυχολογικοί λόγοι για τους οποίους “τρέμουμε” στο άκουσμα της φωνής μας. Κανείς άλλος πέρα από εμάς δεν δύναται να αντιληφθεί την εσωτερική, οστέινη εκδοχή της φωνής μας που μιλάει. Οι ψυχολόγοι ορίζουν την «φωνητική αντιπαράθεση» ως την διαφορά μεταξύ του πώς ακούγονται οι φωνές μας και του πώς περιμένουμε να ακούγονται. Όπως περιγράφηκε από τους αείμνηστους ψυχολόγους Holzman και Rousey το 1966, «οι αντιπαραθέσεις φωνής δεν πρέπει να αποδίδονται αποκλειστικά στις φυσικές διαφορές μεταξύ της πραγματικής και της ηχογραφημένης φωνής».
Τι αναφέρουν οι επιστήμονες;
Σύμφωνα με τον Marc Pell, νευροεπιστήμονα στο Πανεπιστήμιο McGill, όταν ακούμε την απομονωμένη φωνή μας που είναι αποσυνδεδεμένη από την υπόλοιπη συμπεριφορά μας, πιθανόν να περάσουμε από την αυτόματη διαδικασία αξιολόγησης της δικής μας φωνής. Δηλαδή, συγκρίνουμε τη φωνή μας με το πώς οι άλλοι άνθρωποι πρέπει μέσω αυτής να μας αξιολογήσουν κοινωνικά, οδηγώντας πολλούς από εμάς σε αναστάτωση με τον τρόπο που ακουγόμαστε, επειδή οι εντυπώσεις που σχηματίζονται δεν ταιριάζουν με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά που επιθυμούμε να προβάλουμε.
Συμφιλίωση με τη φωνή μας
Ουσιαστικά, δεν είμαστε οι μόνοι που όταν ακούμε τη φωνή μας παραξενευόμαστε, και σύμφωνα με την επιστήμη αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Η κατανόηση αυτών των λόγων συμβάλλει στη συμφιλίωση μας με τη μοναδική χροιά της φωνής μας, αλλά υπάρχουν και μερικές χρήσιμες τεχνικές που θα διασφαλίσουν την επιτυχία της προσπάθειας μας, όπως:
- Συχνό άκουσμα των ηχογραφήσεων, με σκοπό να εξοικειωθούμε με τη φωνή μας
- Να εξασκούμαστε στην αργή και καθαρή ομιλία
- Να επικεντρωνόμαστε στην ουσία των λεγόμενών μας αντί για τον ήχο τους
Πηγές: splice.com, www.rev.com